Αύριο Τετάρτη εκδικάζεται στο Τριμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο Χανίων η αγωγή αποζημίωσης λόγω ψυχικής οδύνης που άσκησε κατά του Πανεπιστημίου Κρήτης η οικογένεια του καθηγητή Στέλιου Αλεξανδρόπουλου.
Του Δημήτρη Ψαρρά- Εφημερίδα των Συντακτών
Διαβάστε επίσης: Η τελευταία μάχη του Στέλιου
Θα ήταν η τελευταία πράξη σε ένα δράμα που συγκλόνισε όχι μόνο την πανεπιστημιακή κοινότητα, αλλά ολόκληρη την ελληνική κοινωνία τον Μάιο του 2006, όταν έγινε γνωστό ότι ο Αλεξανδρόπουλος άφησε την τελευταία του πνοή στο γραφείο του στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, με την πίκρα ότι διώκεται επειδή υπερασπίστηκε τις αξίες του δημόσιου και ακαδημαϊκού Πανεπιστημίου.
Μόνο που οι συνθήκες υπό τις οποίες προσέρχεται η οικογένεια σ’ αυτή τη δίκη είναι πρωτόγνωρες. Για λόγους που ασφαλώς δεν έχουν να κάνουν με την ουσία της υπόθεσης, ακόμα και το γεγονός ότι έχει οριστεί αυτή η δικάσιμος το πληροφορήθηκε την τελευταία στιγμή, εξαιτίας της διάρρηξης των σχέσεών της με τη δικηγόρο Ζωή Κωνσταντοπούλου, η οποία είχε αναλάβει εξαρχής την υπόθεση μαζί με τον δικηγόρο Ρεθύμνου Θόδωρο Τσούλα.
Οι λόγοι αυτής της εξέλιξης μπορούν να ανιχνευτούν στα έγγραφα, τα οποία φέρνουμε σήμερα στη δημοσιότητα και έχουν στον πυρήνα τους το γεγονός ότι η γυναίκα του Στέλιου Αλεξανδρόπουλου, η Βασιλική Τσακανίκα, είναι σήμερα διευθύντρια του γραφείου του γενικού γραμματέα της Βουλής, ενώ η Ζωή Κωνσταντοπούλου διατέλεσε πρόεδρος της Βουλής κατά την πρώτη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Το αίτημα της οικογένειας
Στις 20.2.2018, με εξώδικο προς τη Ζωή Κωνσταντοπούλου η οικογένεια του Αλεξανδρόπουλου ζήτησε να της παραδοθεί ο σχετικός φάκελος ώστε να γίνει δυνατή η εκπροσώπησή της στη δίκη της προσεχούς Τετάρτης. Στο κείμενο, που υπογράφουν τα δυο παιδιά του, Αλεξάνδρα και Παύλος, η αδελφή του Αννα και η Β. Τσακανίκα, καταγράφεται το ιστορικό της υπόθεσης:
«Οπως γνωρίζετε, αμέσως μετά τον τραγικό θάνατο του Στέλιου Αλεξανδρόπουλου, πατέρα των δύο πρώτων από εμάς, αδελφό της τρίτης από εμάς και πρώην σύζυγο της τέταρτης από εμάς, ο πατέρας σας Νίκος Κωνσταντόπουλος επικοινώνησε με την τελευταία από εμάς για να συλλυπηθεί, καθώς είχαν χρόνια φιλική σχέση, ζητώντας παράλληλα να συλλέξουμε τα στοιχεία που αφορούν την υπόθεση του Στέλιου, ώστε να τα δει και να βοηθήσει στον δικαστικό χειρισμό της.
Μετά από λίγες μέρες πράγματι συναντήθηκαν και ο πατέρας σας έκρινε ότι πολλά από τα στοιχεία μπορούν να αξιοποιηθούν σε μια δίκη, όμως λόγω του ασυμβίβαστου που υπήρχε εκείνη την περίοδο με τη βουλευτική ιδιότητα, μας ενημέρωσε ότι θα χειριστείτε δικαστικά την υπόθεση εσείς, πράγμα για το οποίο δεν είχαμε φυσικά την παραμικρή αντίρρηση.
Κατά τη διάρκεια του μακροχρόνιου δικαστικού αγώνα στα ποινικά δικαστήρια, που διήρκεσε μέχρι το 2013, η τελευταία από εμάς Βασιλική Τσακανίκα, λόγω της φιλικής οικογενειακής σχέσης με εσάς αλλά και ασκώντας την επιμέλεια της τότε ανήλικης πρώτης από εμάς Αλεξάνδρας Αλεξανδροπούλου, είχε απόλυτη εμπλοκή σε όλες τις διαδικασίες, καθώς συντόνιζε τους μάρτυρες, συνέλεγε στοιχεία, συνεργαζόταν μαζί σας εκπροσωπώντας όλους μας, κ.λπ., ενώ πάντα κατέβαλλε τη νόμιμη αμοιβή σας για κάθε νομική ενέργεια και παράσταση, όπως και τα έξοδά σας όποτε της ζητήθηκε (φωτοτυπίες, επικυρώσεις, έξοδα συνεργατών, κ.λπ.).
Μετά τον Οκτώβριο του 2015, όταν η τελευταία από εμάς με την ιδιότητα της διευθύντριας του γραφείου του νέου Γενικού Γραμματέα της Βουλής χρειάστηκε να επικοινωνήσει μαζί σας για διαδικαστικά θέματα που αφορούσαν τη λειτουργία της Βουλής, λόγω της ιδιότητάς σας ως πρώην Προέδρου, της είπατε στο τηλέφωνο ότι “δεν θέλω να έχω καμία σχέση μαζί σου, γιατί είσαι μέσα στο σύστημα που σκότωσε το Στέλιο”, ενώ στη συνέχεια της αποστείλατε και σειρά υβριστικών μηνυμάτων στο κινητό της.
Εκτοτε όλοι αντιληφθήκαμε ότι η ως άνω στάση και συμπεριφορά σας δεν άφηνε κανένα περιθώριο περαιτέρω συνεργασίας μας αναφορικά με την αγωγή αποζημίωσης λόγω ψυχικής οδύνης που είχαμε ασκήσει ενώπιον του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Χανίων κατά του Πανεπιστημίου της Κρήτης, η οποία και δεν έχει ακόμη εκδικαστεί.
Πράγματι ουδέποτε μας ενημερώσατε ότι έχει προσδιοριστεί η συζήτηση της αγωγής μας για τις 14 Μαρτίου 2018, κάτι που πληροφορηθήκαμε μετά από επικοινωνία με δική μας πρωτοβουλία με τον δικηγόρο Ρεθύμνου, κ. Θόδωρο Τσούλα, που είχε παρασταθεί μαζί σας στα προηγούμενα δικαστήρια. Στη συνέχεια, ουδέποτε απαντήσατε στις επίμονες τηλεφωνικές κλήσεις μας για την παράδοση των δικογραφιών που αφορούν τις υποθέσεις του Στέλιου Αλεξανδρόπουλου, αλλά ούτε ανταποκριθήκατε (κατά δήλωσή του) σε ανάλογες απόπειρες του κ. Τσούλα.
Σε μια ύστατη προσπάθεια διευθέτησης της κατάστασης, αφού συνεννοήθηκαν η πρώτη (που δεν είναι πλέον ανήλικη) και η τρίτη από εμάς θεία της, η τελευταία επικοινώνησε με το γραφείο σας (αφού αποφεύγετε να απαντήσετε στο κινητό σας) και ζήτησε να σας μεταφέρουν ότι “αν μέχρι την Τετάρτη 14.2.2018 το απόγευμα δεν με καλέσουν να πάρω τις δικογραφίες, θα απευθυνθώ στο πειθαρχικό του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών και θα δημοσιοποιήσω το θέμα”.
Το ίδιο βράδυ εσείς την καλέσατε (για πρώτη φορά) στο κινητό της και μιλήσατε πολύ επιθετικά, αναφέροντας μεταξύ άλλων ότι “εγώ μόνη μου με δικά μου έξοδα έτρεχα γι’ αυτή τη δίκη”. Στην επιμονή της τρίτης από εμάς να δοθεί η δικογραφία απαντήσατε ότι “θα σας πάρουν οι συνεργάτες μου γιατί υπάρχουν κάποιες προϋποθέσεις”. Μετά το πέρας της συνομιλίας, η τρίτη από εμάς σας απέστειλε το εξής γραπτό μήνυμα: “στις 14 Μαρτίου είναι η δίκη. Περιμένω αύριο να παραλάβω τη δικογραφία όπως κατ’ επανάληψη εδώ και 10 μέρες σας έχω ζητήσει ή οποιαδήποτε γραπτή αιτιολογημένη απάντησή σας”. Την επομένη, της τηλεφωνεί [μία] συνεργάτης σας, ρωτώντας τι ακριβώς θέλει (sic) και στην απάντησή της “τις δικογραφίες που αφορούν την υπόθεση Αλεξανδρόπουλου”, τη ρώτησε αν έχει πληρώσει, και η τρίτη από εμάς της απάντησε ότι “έχει πληρώσει για όλους μας η κ. Τσακανίκα”.
Τότε η συνεργάτης σας είπε ότι “θα πάρουμε την κ. Τσακανίκα και υπάρχουν προϋποθέσεις για να πάρετε τη δικογραφία, ελάτε αύριο στις 16:00 στο γραφείο”. Στις 15.2.2018 περί τις 15:30 η τρίτη από εμάς τηλεφώνησε στο γραφείο για να επιβεβαιώσει το ραντεβού, αλλά η ίδια συνεργάτιδά σας της ανέφερε ότι “εγώ δεν σας είπα να έλθετε αλλά να μου τηλεφωνήσετε γιατί υπάρχουν προϋποθέσεις για να δοθεί η δικογραφία”, χωρίς να διευκρινίζει ποιες είναι αυτές οι προϋποθέσεις. Εννοείται ότι ουδείς ήλθε ποτέ σε επαφή με την κ. Τσακανίκα μέχρι σήμερα, όπως είχε λεχθεί».
Το εξώδικο της οικογένειας κατέληγε με τη ρητή δήλωση ανάκλησης της εντολής προς τη δικηγόρο και το αίτημα για την άμεση παράδοση των στοιχείων της δικογραφίας.
Η απάντηση της Κωνσταντοπούλου
Στις 23.2.2018, ήρθε η απάντηση της Ζωής Κωνσταντοπούλου, επίσης με εξώδικο, το οποίο απηύθυνε μόνο στη Β. Τσακανίκα, και με το οποίο η δικηγόρος και πολιτικός απέρριπτε ως συκοφαντικούς τους ισχυρισμούς της οικογένειας, συνέδεε το ζήτημα με την υπόθεση των πλειστηριασμών και ζητούσε να ανακληθεί αμέσως το δικό τους εξώδικο:
Στο ανωτέρω έγγραφο», αναφέρει το εξώδικο της Ζ. Κωνσταντοπούλου, «επικαλείσθε την ιδιότητά σας ως διευθύντριας του Γραφείου του Γενικού Γραμματέα της Βουλής, διατυπώνετε εν γνώσει σας ψευδείς ισχυρισμούς και συκοφαντικές αφηγήσεις, προσβάλλετε σκοπίμως την τιμή και υπόληψή μου, επιχειρείτε να πλήξετε την επαγγελματική και πολιτική δραστηριότητά μου και δεν διστάζετε να εμπλέξετε στα ψεύδη σας τρίτα πρόσωπα.
»Στις 21.2.2018, ημέρα γενίκευσης των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών με εντολή της Κυβέρνησης και συζήτησης στη Βουλή της υπόθεσης Novartis, μου απευθύνατε έγγραφο με τίτλο “Εξώδικη Ειδική Oχληση-Δήλωση με Κλήση και Επιφύλαξη”, το οποίο θυροκολλήθηκε την 13:55, ώρα της προγραμματισμένης και ανακοινωμένης δημόσια παρουσίας μου στο συμβολαιογραφείο Στ. Δημητρέλλου για την αποτροπή ηλεκτρονικού πλειστηριασμού. Το ανωτέρω έγγραφο περιέχει ασύστολα και κατάφωρα ψεύδη και συκοφαντίες, συνιστά αυτοτελώς αξιόποινη και αδικοπρακτική συμπεριφορά και κινείται από προφανή πολιτική σκοπιμότητα, στη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία.
»Με τη ρητή επιφύλαξη της έννομης απάντησής μου στο συκοφαντικό, αξιόποινο και αδικοπρακτικό περιεχόμενο του εγγράφου σας, και εν γένει άσκησης των δικαιωμάτων μου, σας καλώ να ανακαλέσετε αμέσως το ανωτέρω έγγραφο και το περιεχόμενό του.
»Από σεβασμό στη μνήμη του Στέλιου Αλεξανδρόπουλου, την οποία υπερασπίσθηκα επί χρόνια, ανιδιοτελώς, μεταβαίνοντας δεκάδες φορές στην Κρήτη, συντάσσοντας δικόγραφα, παριστάμενη σε Δικαστήρια, δίνοντας μια πραγματική μάχη υπεράσπισης του αγώνα που ο άνθρωπος αυτός έδωσε και πλήρωσε με τη ζωή του, ενεργώντας χωρίς αμοιβή και καλύπτοντας η ίδια το μεγαλύτερο μέρος των εξόδων αυτού του τιτάνιου αγώνα που δόθηκε για την εκπροσώπηση των παιδιών του και παιδιών σας, σας δίνω την ευκαιρία να προβείτε στην άμεση ανάκληση του αξιόποινου και αδικοπρακτικού εγγράφου που μου απευθύνατε.
»Εάν αυτό δεν συμβεί αμέσως από της εκ μέρους σας παραλαβής της παρούσης, σας δηλώνω ότι θα προβώ σε όλες τις απαιτούμενες και προβλεπόμενες έννομες ενέργειες για την αποκατάσταση της αλήθειας και την προστασία της τιμής και της υπόληψής μου, της ανεπίληπτης επαγγελματικής, πολιτικής και προσωπικής μου διαδρομής και συνολικά της δράσης μου, που κακόβουλα επιχειρείτε να πλήξετε, με προφανή πολιτική σκοπιμότητα σε πρόδηλα επιλεγμένο χρόνο
Ανάλογου περιεχομένου εξώδικα απέστειλε η Ζ. Κωνσταντοπούλου στην Αννα Αλεξανδροπούλου αλλά και στον δικαστικό επιμελητή!
Η αναφορά στον ΔΣΑ
Μετά από αυτή την εξώδικη «απάντηση», στην οποία δεν υπήρξε καμιά αναφορά στο ζήτημα της δίκης της Τετάρτης και το αίτημα της οικογένειας να παραδώσει τις δικογραφίες, τα δυο παιδιά και η αδελφή του Αλεξανδρόπουλου προσέφυγαν με αναφορά στον πρόεδρο του ΔΣΑ, στην οποία εκθέτουν το ιστορικό της υπόθεσης και αναφέρονται στο γεγονός ότι ανακάλεσαν το σύνολο των εντολών τους προς τη δικηγόρο «τάσσοντάς της προθεσμία μέχρι την Παρασκευή 23 Φεβρουαρίου 2018 και ώρα 15:00 προκειμένου να μας παραδώσει το σύνολο των δικογραφιών (αστικών, ποινικών και διοικητικών) που αφορούν τον Στέλιο Αλεξανδρόπουλο, κάτι που για ακόμα μια φορά αρνήθηκε αδικαιολόγητα να πράξει».
Στην ίδια αναφορά, επισημαίνεται το γεγονός ότι στο εξώδικό της η Ζ. Κωνσταντοπούλου «δεν εκθέτει κάποιο νόμιμο λόγο για την άρνηση παράδοσης των δικογραφιών, ούτε προβάλλει κάποια αξίωση» και ζητείται να παρέμβει ο ΔΣΑ «για την άμεση παράδοση σε εμάς του συνόλου των δικογραφιών (αστικών, ποινικών και διοικητικών) που αφορούν τον Στέλιο Αλεξανδρόπουλο, δεδομένου ότι είναι προφανές ότι καταχρηστικά παρακρατούνται από την ως άνω δικηγόρο, ενόψει μάλιστα του επικείμενου δικαστηρίου κατά τα ανωτέρω».
Πρόκειται ασφαλώς για μια εξαιρετικά στενόχωρη υπόθεση. Τη λύση μπορεί να δώσει, ακόμα και σήμερα, η κυρία Κωνσταντοπούλου, αν θυμηθεί όσα έλεγε η ίδια σε συνέντευξη Τύπου για την υπόθεση αυτή στην ΕΣΗΕΑ, στις 23.5.2013: «Τον Στέλιο Αλεξανδρόπουλο δεν τον γνώρισα όσο ζούσε. Τον γνώρισα μέσα από τα γραπτά του και μέσα από τη δικογραφία. Τον γνώρισα, όμως, και μέσα από τα μάτια της Αλεξάνδρας και του Παύλου, των παιδιών του. Τον γνώρισα μέσα από τις αφηγήσεις της Βάσως της Τσακανίκα, της συντρόφου του και μητέρας των παιδιών του».
Ποιός ήταν (1953-2006)
Από τις σημαντικότερες μορφές του φοιτητικού αντιδικτατορικού κινήματος, ο Στέλιος Αλεξανδρόπουλος μετείχε ως φοιτητής της Νομικής σε όλες τις κινητοποιήσεις της εποχής. Μέλος της ΚΝΕ και του ΚΚΕ από την εποχή της παρανομίας, επικηρύχθηκε από τη χούντα, ενώ υπήρξε ο πρώτος εκπρόσωπος της «Πανσπουδαστικής» στη μεταπολίτευση. Ο τότε γεν. γραμματέας του ΚΚΕ Χαρίλαος Φλωράκης τον ξεχώρισε και τον επέλεξε σύμβουλο και γραμματέα του.
Ανήσυχο και κριτικό πνεύμα, ο Στέλιος ήρθε το 1980 για λόγους αρχών σε ρήξη με την κομματική ηγεσία, ως ένας από τους επικεφαλής της ομάδας των «400». Παρέμεινε βέβαια ενεργός στον χώρο της Αριστεράς, ενώ και η επιστημονική του ενασχόληση επικεντρώθηκε σε ζητήματα συλλογικής δράσης και κοινωνικών κινημάτων. Το ίδιο πνεύμα διατήρησε σε όλη την ακαδημαϊκή του καριέρα. Ετσι, δεν δίστασε να αντισταθεί, σχεδόν μόνος του, το καλοκαίρι του 2005, όταν διαπίστωσε αναξιοκρατικές διαδικασίες στο Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Η απάντηση της Πρυτανείας ήταν να τον παραπέμψει στο Πειθαρχικό Συμβούλιο, με την κατηγορία ότι «εξακολουθεί να παραβαίνει ασύγγνωστα τα καθήκοντά του ως µέλους ∆ΕΠ και να επιδεικνύει συµπεριφορά βαρέως απάδουσα στην αξιοπρέπεια πανεπιστηµιακού λειτουργού, εξακολουθώντας να ασκεί αβάσιµη και δηµόσια κριτική σε έργα και γνώµες των οργάνων και µελών του Πανεπιστηµίου Κρήτης».
Λίγες μέρες αργότερα, στις 3 Μαΐου του 2006, ο Στέλιος πέθανε από καρδιακή προσβολή μέσα στο γραφείο του, μετά από Γενική Συνέλευση του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης, στο οποίο υπηρετούσε. Δεν του είχε επιτραπεί να μιλήσει στη συνέλευση, λόγω «έλλειψης απαρτίας». Στις σημειώσεις που κρατούσε για την υπόθεση καταγράφεται ο πυρήνας της στάσης του: «Τόσο για το θέμα του μεταπτυχιακού όσο και στο θέμα του συναδέλφου Α., για τα οποία κατηγορούμαι, έκανα ένα πράγμα: είπα την αλήθεια».
! Για την υπόθεση βλ.: http://glotta.ntua.gr/posdep/Internal/Alexandropoulos/index.htmhttp://protovoulia-alexandropoulou.blogspot.gr/